17 Νοέμβρη 1973.

Ξημερώματα 17ης Νοεμβρίου 1973 και ο  Χ. σηκώθηκε και πήγε στην αφετηρία του Τρόλεϊ στον Ερυθρό Σταυρό. Εκεί πήρε το τρόλεϊ για να πάει στην Ομόνοια και από εκεί στο Σταθμό Λαρίσης όπου δούλευε στην οικοδομή. Επιβάτες ελάχιστοι και αμίλητοι. Ο Χ. ήταν ηλικίας 22 ετών φοιτητής. Δεν ήταν σε κανένα κόμμα ενταγμένος. Το μεροκάματο πάσχιζε να βγάλει, παράλληλα με τις σπουδές του. Το τρόλεϊ έφτασε μέχρι την Ομόνοια όπου τους κατέβασε όλους, μαζί και τον Χ. γιατί η Πατησίων ήταν κλειστή. Η Ομόνοια γεμάτη καπνογόνα και χημικά. Γέμιζαν τα μάτια δάκρυα. Οι δρόμοι κάτω άσπροι από τα χημικά και από την άμμο που είχαν ρίξει. Όλοι έφυγαν βιαστικοί. Μαζί τους και ο Χ. Τράβηξε σχεδόν τρέχοντας με τα πόδια για το Σταθμό Λαρίσης. Κατάλαβε τι είχε γίνει. Τον κυρίευσε φόβος αλλά και οργή. Έφτασε εκεί αλλά στο χώρο της οικοδομής δε βρήκε ψυχή. Περίμενε λίγο αλλά μάταια. Δεν εμφανίστηκε κανείς. Και ο Χ. ξεκίνησε με τα πόδια να επιστρέψει στον Ερυθρό Σταυρό όπου και έμενε. Ανέβηκε στην Πατησίων και πήρε την Αλεξάνδρας. Η ημέρα είχε ανοίξει και άνθρωποι δειλά-δειλά είχαν αρχίσει να ξεπροβάλλουν στους δρόμους. Στην Αλεξάνδρας σφύριζαν δαιμονισμένα οι Αύρες (τα τεθωρακισμένα αυτά οχήματα της αστυνομίας, που αντί για ερπύστριες είχαν ρόδες) που έτρεχαν πάνω κάτω στις δύο κατευθύνσεις της λεωφόρου και έριχναν και πυροβολισμούς. Ο Χ. έφτασε στη στάση «Σόνια». Εκεί είχε παρκάρει στην άκρη του δρόμου ένα μηχανάκι τρίκυκλο και στη ζούλα πωλούσε την απαγορευμένη «Βραδυνή». Πήρε ένα φύλλο, το τύλιξε στα 4 και το έχωσε στον κόρφο του κάτω από το μπουφάν του. Είχε μια περίεργη συμπάθεια αυτό το παιδί, σε ότι κυκλοφορούσε παράνομα τότε στα χρόνια της χούντας. Μόλις έκανε περί τα 50 μέτρα βλέπει μια ομάδα από 3 ή 4 αστυνομικούς με στολή και με τα γκλόμπς στα χέρια να τρέχουν προς το μέρος του. Μπροστά του βάδιζε ένα ανδρόγυνο ηλικιωμένων. Οι δύο αστυνομικοί τους όρμισαν, τους έριξαν κάτω και τους κλωτσούσαν. Ήταν φρικτό το θέαμα. Ο Χ. σάστισε και πριν προλάβει να συνέλθει του όρμισε ο ένας από τους αστυνομικούς που κρατούσε αυτό το ειδικό λουρί από νεύρο ίσως ζώου. Αυτό του το κατέβασε μερικές φορές με δύναμη στην πλάτη… Δεν κατάλαβε ο Χ. πώς ξέφυγε τρέχοντας μέσα στον κήπο. Ο χωροφύλακας όντας εύσωμος τον κυνήγησε στην αρχή, χωρίς να μπορέσει να τον προφθάσει. Ευτυχώς δεν τον πυροβόλησε. Ο Χ. κατάφερε και με τη βοήθεια ανθρώπων που είχαν βγει στις σκάλες των πολυκατοικιών, να κρυφτεί και στη συνέχεια να εξαφανιστεί.  Κόντεψε να πεθάνει όχι από τα χτυπήματα ή από φόβο, αλλά από την αδυναμία του να αντιδράσει και από την αδικία που τον έπνιξε αφού δεν έφταιγε σε τίποτα…

Σήμερα 17 Νοέμβρη γιορτάζουμε το γεγονός που ανέδειξε δύο κατηγορίες ανθρώπων.

Τους άδολους αγωνιστές φοιτητές, μαθητές αλλά και απλούς πολίτες, που ωθούμενοι από τη βία της εφταετίας και από τη δίψα της ελευθερίας θέλησαν να σταθούν απέναντι στους μηχανοκίνητους τοίχους, αλλά και στις μαρμαρωμένες και παγωμένες ψυχές και καρδιές των κρατούντων εκείνης της εποχής και να τους φωνάξουν ότι δεν τους θέλουν, ότι τους θεωρούν προδότες της δημοκρατίας που γέννησε αυτή η χώρα, ότι τους σιχαίνονται.

Η άλλη είναι η κατηγορία εκείνων που καραδοκούσαν και τότε και πάντα καραδοκούν να εκμεταλλευτούν και να σφετεριστούν τους αγώνες των άλλων για να αποκτήσουν μία εύνοια, να πάρουν μια θέση ή ένα βουλευτιλίκι και στη συνέχεια ένα υπουργιλίκι για να βγάλουν το απωθημένο τους για κοινωνική καταξίωση και οικονομική ανέλιξη.

Άνθρωποι χωρίς ηθική διαμόρφωση και πνευματική ανάπτυξη, επεδίωξαν και κατάφεραν και με το μανδύα του αγωνιστή του Πολυτεχνείου να γίνουν σημαίνοντα πρόσωπα της ελληνικής κοινωνίας. Αρκετοί από αυτούς άσκησαν και διοίκηση σε διάφορους οργανισμούς και από διάφορες θέσεις και αλίμονο σε όποιον αντιστάθηκε στις προκατασκευασμένες ταμπέλες του Δημοκρατικού, του Αγωνιστή, του Δίκαιου, αυτού που «έχυσε το αίμα του για την ελευθερία».

Το τι διοίκηση άσκησαν φαίνεται από την κατάληξη αυτής της χώρας. Αυτό το βλέπουν καθαρά όλοι οι άλλοι, εκτός εκείνων που την έφεραν ως εδώ και οι οποίοι κάνουν πως δεν το βλέπουν…

Και είδαμε πολλά αυτά τα χρόνια… Είδαμε ανθρώπους που είχαν υπογράψει τη δήλωση «αποδοχής» του Παπαδόπουλου να διαδραματίζουν ρόλο στη Δημόσια Διοίκηση και να κάνουν θεωρία περί ηθικής, δημοκρατίας, ισονομίας, δικαιοσύνης κ.λ. Είδαμε την αναξιοκρατία να στερεί το ψωμί που διεκδικούσε η γενιά του Πολυτεχνείου από τους ικανούς και να το πασάρει στους ημετέρους και αρεστούς. Είδαμε την παιδεία να φθείρεται, τα σχολεία να γίνονται χώροι διερχομένων και κάποιους δασκάλους και καθηγητές να θεωρούν τη δουλειά τους πάρεργο. Είδαμε υπαλλήλους στο δημόσιο να ανεβαίνουν την ιεραρχία στηριζόμενοι στους βουλευτικούς ή κομματικούς προστάτες τους και άλλους ικανούς να μπαίνουν στο περιθώριο γιατί δεν ήσαν αρεστοί, δηλ. δεν έκαναν για τη δουλειά που το σύστημα θα ήθελε να κάνουν δηλ. να οδηγήσουν τη χώρα εκεί που είναι τώρα. Είδαμε τον Έλληνα να χάνει την αξιοπρέπειά του και να γίνεται δούλος των ξένων και ντόπιων χρηματοοικονομικών και πιστωτικών κολοσσών. Είδαμε… και τι δεν είδαμε! Και φτάσαμε στο σημείο να σκεφτόμαστε αν οι αγώνες της πρώτης κατηγορίας των ανθρώπων έχουν ή δεν έχουν κάποια σημασία, κάποια αξία…

Πάντα θα υποστηρίζω ότι πρέπει να διεκδικούμε στη ζωή το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης των απόψεών μας, το δικαίωμα στην εργασία, την  ευπρέπεια, τη δικαιοσύνη την αξιοκρατία και την ελευθερία για να μπορούμε να απολαμβάνουμε τα ελάχιστα έστω απαραίτητα αγαθά της ζωής. Θα προσθέσω επίσης ότι όσοι ανήκαν στην πρώτη κατηγορία, που παραπάνω ανέφερα, ίσως ξαναχρειαστεί να παλέψουν για τα ίδια ιδανικά. Ας είναι έτοιμοι. Αυτοί και όσοι έχουν διδαχθεί από τις αξίες τους. Οι υπόλοιποι την ξέρουν τη δουλειά τους…

 Αιωνία η μνήμη σε όσους χάθηκαν άδικα….

Τιμή και δόξα σε όσους αγωνίστηκαν για τα ιδανικά της ελευθερίας και της αξιοπρέπειας…

 Με τιμή.

Χ.

This entry was posted in Άρθρα. Bookmark the permalink.

Σχολιάστε